περισσάρτιος

περισσάρτιος
περισσάρτιος
odd and even
masc/fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • περισσάρτιος — ον, ΜΑ (για αριθμούς) ο περιττός και άρτιος, ο αριθμός που όταν διαιρείται με μία δύναμη τού 2 γίνεται περιττός, όπως π.χ. ο 24 διαιρούμενος διά 23 (=8) γίνεται ο περιττός αριθμός 3. [ΕΤΥΜΟΛ. < περισσός / περιττός + ἄρτιος] …   Dictionary of Greek

  • περισσάρτιον — περισσάρτιος odd and even masc/fem acc sg περισσάρτιος odd and even neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περισσαρτίοις — περισσάρτιος odd and even masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περισσαρτίου — περισσάρτιος odd and even masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περισσαρτίους — περισσάρτιος odd and even masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περισσαρτίων — περισσάρτιος odd and even masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περισσαρτίῳ — περισσάρτιος odd and even masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περισσάρτιοι — περισσάρτιος odd and even masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”